ΦΘΙΝΟΥΣΑ ΠΟΡΕΙΑ ΤΟΥ ΤΖΙΡΟΥ ΤΩΝ ΒΙΟΛΟΓΙΚΩΝ ΤΗΝ ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΔΙΕΤΙΑ |
Παρασκευή, 31 Μάιος 2013 13:26 |
![]() Με την αγορά κυριολεκτικά να δεινοπαθεί και τα λουκέτα σε καταστήματα και επιχειρήσεις να ακολουθεί το ένα το άλλο, λόγω της μείωσης της αγοραστικής δύναμης του καταναλωτή, ο κλάδος των βιολογικών δε θα μπορούσε να μείνει ανεπηρέαστος.
Αν και οι συνειδητοποιημένοι καταναλωτές, συνεχίζουν να τα προτιμούν και να τα εμπιστεύονται, εντούτοις παρατηρείται μεγάλη μείωση τζίρου την τελευταία διετία.
Σύμφωνα με το κο Δασόπουλο από το Δίκτυο Βιολογικών Προϊόντων, Ο συγκεκριμένος κλάδος ακολουθεί φθίνουσα πορεία κατά την διάρκεια των δυο τελευταίων ετών, λόγω του ότι οι καταναλωτές στρέφονται σε φθηνά προϊόντα, εξαιτίας της οικονομικής κρίσης, η οποία έχει περιορίσει σημαντικά την αγοραστική τους δύναμη.
Ακόμη και εάν οι καλλιεργητές των βιολογικών προϊόντων, έχουν μειώσει σημαντικά τις τιμές των προϊόντων τους μέχρι και 30%, οι καταναλωτές παραμένουν διστακτικοί στην αγορά αυτών των προϊόντων και εμφανίζονται να είναι περισσότερο προσεκτικοί σε ότι αφορά την διαχείριση των χρημάτων τους.
Σύμφωνα με τα τελευταία δεδομένα, η αγορά των βιολογικών προϊόντων στην Ελλάδα υπολογίζεται σήμερα στα 93 εκατ. ευρώ, ενώ προ διετίας ανέρχονταν στα 100 εκατ. ευρώ. Η διστακτικότητα των καταναλωτών αντικατοπτρίζεται και από το γεγονός ότι οι πωλήσεις των βιολογικών είναι ιδιαίτερα μειωμένες στις αλυσίδες των σούπερ μάρκετ, οι οποίες προ διετίας αντανακλούσαν το 60% του ετήσιου συνολικού τζίρου της αγοράς.
Με τα παραπάνω δεδομένα, ο τζίρος της αγοράς των βιολογικών προϊόντων στη χώρα μας υπολογίζεται, σήμερα - σύμφωνα με τον κ. Δασόπουλο - στα 93 εκατ. ευρώ, μειωμένος σε ποσοστό έως και 7% έναντι των δύο περασμένων χρόνων, οπότε και κυμαινόταν στα 100 εκατ. ευρώ.
Η διστακτικότητα των καταναλωτών φαίνεται, όπως λέει ο ίδιος, και από το γεγονός ότι είναι ιδιαίτερα πεσμένες οι πωλήσεις βιολογικών προϊόντων στις αλυσίδες σούπερ μάρκετ, οι οποίες μέχρι πριν από μια διετία αντιπροσώπευαν το 60% του ετήσιου συνολικού τζίρου της αγοράς.
Επισημαίνοντας ότι, η «ψαλίδα» στις τιμές των βιολογικών προϊόντων έναντι των συμβατικών κλείνει διαρκώς, σημείωσε ακόμη ότι τα πρώτα είναι ακριβότερα από τα δεύτερα κατά 20% με 30% (στα περισσότερα προϊόντα).
Ανέφερε δε ότι, την τελευταία διετία έχει γίνει «ξεσκαρτάρισμα» στην αγορά των βιολογικών, με αποτέλεσμα οι απασχολούμενοι να μην υπερβαίνουν πλέον τις 23.000 άτομα.
Μεταξύ άλλων, ο κ. Δασόπουλος επεσήμανε ότι, δυστυχώς, δεν «τρέχει» ακόμη ικανοποιητικά το βιολογικό μενού στα εστιατόρια της Θεσσαλονίκης που επιχείρησαν να το ενσωματώσουν στις υπηρεσίες τους και σημείωσε πως αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι οι επιχειρηματίες δεν καταφέρνουν να βρουν την ποσότητα των πρώτων υλών που χρειάζονται, στις τιμές που έχουν υπολογίσει ότι μπορούν να δαπανήσουν, έτσι ώστε να μην βγουν εντελώς ζημιωμένοι.
Ωστόσο, παραμένει αισιόδοξος για το μέλλον της αγοράς, τονίζοντας χαρακτηριστικά ότι έχει τεράστιες προοπτικές ανάπτυξης, αρκεί βέβαια, όπως διευκρίνισε, να υιοθετηθεί επιτέλους μια ενιαία στρατηγική στην τιμολόγηση των βιολογικών προϊόντων και να θεσπιστεί ένας «διαφανής» μηχανισμός ελέγχου, που να εγγυάται για την ποιότητά τους.
«Οι δύσπιστοι να ζητούν τα πιστοποιητικά προϊόντος»
Συμφιλιωμένος με τη δυσπιστία των καταναλωτών σε ό,τι αφορά την ποιότητα των βιολογικών προϊόντων δηλώνει ο πρόεδρος της Ένωσης Αγροτών Βιοκαλλιεργητών Β. Ελλάδας Νίκος Καρακουζίδης. Όπως λέει χαρακτηριστικά, «πέρασαν πάνω από 13 χρόνια που παλεύουμε με τον βραχνά αυτό και δεν μπορούμε να τον νικήσουμε, οπότε έχουμε αποφασίσει να τον πολεμήσουμε με τα 'εργαλεία' που έχουμε στα χέρια μας».
Στο πλαίσιο αυτό, ο ίδιος προτρέπει τους καταναλωτές που αγοράζουν ή επιθυμούν να προμηθευτούν βιολογικά προϊόντα, να ζητούν τα πιστοποιητικά προϊόντος, που οφείλουν να έχουν οι παραγωγοί ως πειστήρια για την ασφάλεια των αγαθών που πωλούν.
Ξεκαθάρισε, μάλιστα, ότι κύριες κατευθύνσεις των βιοκαλλιεργητών παραμένουν επί σειρά χρόνων οι εξής: σταθερή ποιότητα και σταθερό κόστος, σεβασμός στον καταναλωτή, συνέπεια σε εμπορικές δραστηριότητες και παραγωγή προϊόντων αναλογικά με τη ζήτηση.
Στο πλαίσιο αυτό τόνισε ότι, σήμερα, οι Βορειοελλαδίτες βιοκαλλιεργητές είναι ιδιαίτερα προσεκτικοί με τις ποσότητες που καλλιεργούν, καθώς, όπως είπε, τα προηγούμενα δύο χρόνια περίπου το 20% της παραγωγής τους παρέμεινε αδιάθετη.
Μεταξύ άλλων, ο κ. Καρακουζίδης υπογράμμισε ότι η γκάμα των πωλούμενων βιολογικών προϊόντων καταγράφεται πλέον διευρυμένη: από αλεύρι και ζυμαρικά μέχρι μέλι, λάδι, βασιλικό πολτό, κρασιά και τσίπουρο, ενώ στον αντίποδα, σε «εμβρυακό» στάδιο εξακολουθεί να βρίσκεται η βιολογική κτηνοτροφία, αφού μόλις το 15% του συνόλου των Βορειοελλαδιτών κτηνοτρόφων ασχολούνται με αυτήν.
Σημειώνεται ότι η Ένωση αριθμεί 85 μέλη, που συνολικά διαθέτουν 5000 στρέμματα καλλιεργούμενης έκτασης και ο μέσος ετήσιος τζίρος τους φτάνει τις 250.000 ευρώ, μειωμένος συγκριτικά με το 2011, οπότε ήταν «μεγαλύτερος» κατά 50.000 ευρώ.
|